Η Κύπρος είναι γεμάτη από όμορφα μέρη, που μπορούμε να επισκεφθούμε, όπου και αν διαμένουμε. Κάθε άκρη του νησιού μας έχει τη δική της ιστορία και τα αξιοθέατα που μπορεί να κρύβει μια σύντομη διαδρομή στο αστικό κέντρο μιας πόλης ή στην ύπαιθρο μιας επαρχίας μπορούν να μας ταξιδέψουν στο παρελθόν και να ξεδιπλώσουν μπροστά μας εικόνες βγαλμένες μέσα από την Κυπριακή Ιστορία, που διδαχθήκαμε στο σχολείο. Το μόνο που έχετε να κάνετε τώρα που είναι καλοκαίρι και θα πάρετε την άδειά σας, ή ακόμη και το Σαββατοκύριακο, αν δεν δουλεύετε, είναι να ετοιμάστε μερικά σνακ για τον δρόμο, λίγα φρούτα, κάτι δροσιστικό και φυσικά να φορτίσετε τις μπαταρίες των κινητών σας. Πάρτε μαζί σας την καλύτερή σας διάθεση και επιβιβαστείτε στο αυτοκίνητο για ένα σύντομο ταξίδι, που θα σας ανταμείψει πλουσιοπάροχα τόσο ο τελικός του προορισμός όσο και η διαδρομή του.
Σήμερα μαζί θα πάμε να δούμε τα ιστορικά γεφύρια της Πάφου. Τα διασωθέντα γεφύρια της Κύπρου άντεξαν στο πέρασμα του χρόνου κακουχίες και ορμητικούς χειμάρρους, φουσκωμένα ποτάμια και ανθρώπινες επεμβάσεις και σήμερα στέκουν αγέρωχα και δεσπόζουν επιβλητικά και συνάμα έτοιμα να μοιραστούν με τους επισκέπτες τους τη δική τους μοναδική ιστορία.
Τα αρχαιότερα γεφύρια που υπάρχουν σήμερα στην Κύπρο δεν φαίνεται να είναι παλαιότερα από τη Μεσαιωνική περίοδο. Όμως, αναμφίβολα υπήρχαν γεφύρια και κατά την αρχαιότητα και τη Βυζαντινή περίοδο. Τα περισσότερα γεφύρια εξυπηρετούσαν πριν από αιώνες κυρίως τους κατοίκους των περιοχών όπου υπήρχαν ποτάμια, τα οποία έρρεαν ολόχρονα, ενώ κάποιους μήνες, κυρίως σε πολυομβρία, ήταν και ορμητικά, όπως ο Ξερός, ο Διαρίζος, ο Σαραμάς και το Χαποτάμι δίπλα στην Παλαίπαφο.
Το γεφύρι του Τζιελεφού
Στην Επαρχία Πάφου σήμερα τα ιστορικά γεφύρια που ξεχωρίζουν είναι τρία, με πιο γνωστό και πολυφωτογραφημένο αυτό του Τζιελεφού, πριν από το φράγμα της Αρμίνου και κοντά στον Άγιο Νικόλαο Πάφου, και λίγο πιο κάτω από το Μηλικούρι, περίπου στα γεωγραφικά σύνορα ανάμεσα στις επαρχίες Πάφου – Λεμεσού και Λευκωσίας.
Για την ονομασία του γεφυριού που βλέπετε και στη φωτογραφία υπάρχουν αρκετές εκδοχές, με δυο να είναι οι επικρατέστερες. Μια αναφέρει ότι η ονομασία προέκυψε από τη λέξη κέλυφος, που υποδηλώνει το εύθραυστο, αυτό που σπάει εύκολα όπως το τσόφλι του αβγού δηλαδή, και που στην κυπριακή διάλεκτο χρησιμοποιείται και ως τζιέλυφος. Χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα σε αρκετά χωριά, κυρίως στο διαμέρισμα Κελοκεδάρων για κάποιον που αρρωσταίνει εύκολα, που είναι ευαίσθητος, αδύναμος, λέγοντας αυτός είναι «τζιελεφός», δηλαδή φιλάσθενος. Η εκδοχή αυτή λοιπόν διασυνδέει το όνομα του γεφυριού με κάποιο πρόσωπο ή περιστατικό κατά τη διάρκεια κατασκευής του. Μια άλλη εκδοχή αφορά την αρχαία λέξη «Βόκαρος», επειδή χώριζε τις δυο περιοχές στη μέση, αφού η ορμητικότητά του και η βουή του σε περιόδους που κατέβαινε ορμητικός ο Διαρίζος ακουγόταν για χιλιόμετρα μακριά.
Το γεφύρι του Τζιελεφού είναι το μεγαλύτερο πέτρινο Mεσαιωνικό γεφύρι του νησιού και κτίστηκε μεταξύ 1489-1571, δηλαδή κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας στην Κύπρο. Μαζί με άλλα δύο κοντινά γεφύρια, αυτό της Ελιάς (γεωγραφική επικράτεια Λεμεσού) και αυτό του Ρουθκιά, αποτελούν ένα σύμπλεγμα ενετικών γεφυριών, τα οποία κατασκευάστηκαν για να καλύπτουν τις ανάγκες διακίνησης των κατοίκων ειδικά σε περιόδους που η πρόσβαση από τη μια όχθη στην άλλη ήταν ανέφικτη λόγω αυξημένης ροής του νερού.
Η διαδρομή αυτή χρησιμοποιείτο για αιώνες ως εμπορική οδός μεταφοράς μεταλλευμάτων, κυρίως χαλκού, από το ορυχείο στο Πέρα Πέδι με προορισμό το λιμάνι της Πάφου και την περιοχή Λίμνης στην Πόλη Χρυσοχούς. Η διαδρομή, επειδή την τότε εποχή στην Κύπρο χρησιμοποιούσαν περισσότερο γκαμήλες και όχι γαϊδούρια, ονομάστηκε και έμεινε γνωστή στη βιβλιογραφία ως «καμηλόστρατα». Οι γκαμήλες έπαιρναν το μετάλλευμα μέχρι τον κοντινό χώρο της Πέρα Βάσας, όπου υπάρχει σήμερα ο γνωστός «πεύκος της Πέρα Βάσας», γνωστός και ως Πλατύς, και από εκεί, αφού επεξεργαζόταν, φορτωνόταν σε άλογα με τελικό προορισμό τα λιμάνια της Πάφου. Η διαδρομή αυτή είχε έντονη δραστηριότητα μέχρι τη δεκαετία του ’60, αφού οι κάτοικοι των γειτονικών περιοχών την χρησιμοποιούσαν για να καλύπτουν τις εμπορικές ή άλλες τους ανάγκες.
Όπως αναφέραμε πριν, το γεφύρι του Τζιελεφού μαζί με το Γεφύρι του Ρουθκιά και της Ελιάς (Επαρχίας Λεμεσού – κοντά στο Φοινί) αποτελούσαν τη λεγόμενη «καμηλόστρατα».
Το γεφύρι του Ρουθκιά
Σίγουρα το δεύτερο ενετικό γεφύρι της Πάφου δεν έχει την ίδια φήμη και αίγλη με το πρώτο, όμως η ιστορική διαδρομή του δεν περνάει απαρατήρητη. Το γεφύρι του Ρουθκιά βρίσκεται στο δάσος Πάφου, σε απόσταση περίπου τριών χιλιομέτρων από τα Βρέτσια.
Χτίστηκε μεταξύ 1489-1571, επί Ενετοκρατίας, και από κάτω του περνά ο Ξερός ποταμός. Στον μεγάλο σεισμό της Πάφου το 1953 υπέστη ανεπανόρθωτες ζημιές, αλλά ευτυχώς αναστηλώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970.
Το γεφύρι του Σκάρφου
Για να συναντήσουμε το τρίτο γεφύρι της Πάφου πρέπει να κινηθούμε προς την περιοχή του διαμερίσματος Χρυσοχούς και συγκεκριμένα στη μικρή κοινότητα Σίμους. Εκεί θα εντυπωσιαστούμε από το γεφύρι του Σκάρφου, που πήρε το όνομά του από τον ελληνικό οικισμό του Σκάρφου, οι κάτοικοι του οποίου φαίνεται να τον εγκατέλειψαν γύρω στο 1931.
Το πέτρινο γεφύρι του Σκάρφου είναι από τα αρχαιότερα που διασώζονται στην Κύπρο και, σύμφωνα με επιγραφή σε πλάκα που είναι τοποθετημένη σε αυτό, κτίστηκε το 1618 μ.Χ.