Η αστυφιλία ως φαινόμενο άρχισε να παρουσιάζεται από τα πολύ παλιά χρόνια. Δεν είναι ένα σύγχρονο πρόβλημα, που παρουσιάστηκε τις τελευταίες δεκαετίες στα χωριά και τις απομακρυσμένες περιοχές της υπαίθρου, αλλά μια συνήθεια του ανθρώπου που ξεκίνησε από την αρχαιότητα, όταν οι άνθρωποι με τις οικογένειές τους εγκατέλειπαν τους μικρούς οικισμούς καταφεύγοντας σε μεγαλύτερες περιοχές με περισσότερο κόσμο και περισσότερη ζωή, τις μετέπειτα πόλεις. Η συμπεριφορά αυτή συνεχίστηκε αδιάκοπα στο πέρασμα του χρόνου σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης.
του Μάριου Ιγνατίου*
Tα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια αναστροφή αυτής της ροής με αρκετούς νέους που ζουν στην ύπαιθρο είτε να παραμένουν είτε να εγκαταλείπουν τις πολύβουες αστικές περιοχές και να επιλέγουν την επαρχία, την ύπαιθρο ή ακόμη και την ίδια τη φύση για να συνεχίσουν τη ζωή τους και να δημιουργήσουν. Η «Σημερινή» της Κυριακής συνομίλησε με πέντε νέους από την Πάφο, οι οποίοι έσπασαν τον κύκλο και, κόντρα στο κατεστημένο, επέλεξαν να κάνουν κάτι που αγαπούσαν.
ΑΓΑΠΙΟΣ ΠΟΛΥΒΙΟΥ, 29 χρονών, παραγωγός φρουτόδεντρων – Αχέλεια
Πρώτος της παρέας ο Αγάπιος. Ο Αγάπιος τα τελευταία χρόνια, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στο Πανεπιστήμιο Δράμας, από το οποίο αποφοίτησε με το πτυχίο Δασοπονίας και Φυσικού Περιβάλλοντος, εργαζόταν σε διάφορα δημοφιλή μαγαζιά της Πάφου, όπου σύχναζε η νεολαία. Μπαράκια και καφετερίες είχαν τον Αγάπιο “στρατολογημένο” και στο μισθολόγιό τους για να κάνει δημόσιες σχέσεις και να προσελκύει νεαρόκοσμο μέσα από διάφορες εκδηλώσεις. Ήταν αυτό που λέμε αγγλιστί, PR.
Σήμερα, μετά από ώριμη σκέψη, πήρε τη μεγάλη απόφαση να κάνει την επαγγελματική στροφή που χρόνια στο πίσω μέρος του μυαλού του σχεδίαζε. Εδώ και ενάμιση χρόνο ξεκίνησε να παράγει φρουτόδεντρα. Από το μηδέν. Πρωτογενώς, όπως ο ίδιος λέει, και εισάγοντας μια νέα τεχνολογία από το Ισραήλ, μέσω διχτυοκηπίων, ξεκίνησε στην περιοχή της Αχέλειας να ριζώνει μέσω ριζοτηρίων σπόρους. Τα σπορόφυτα, όπως λέει χαρακτηριστικά, με αγάπη και φροντίδα και με τη σωστή προσέγγιση θα μεγαλώσουν και θα γίνουν δέντρα, τα οποία θα μας δώσουν καρπούς.
Βλέποντας τον Αγάπιο στα μάτια, δεν μπορείς να μην αισθανθείς αυτήν την ορμητική επιθυμία του νέου που θέλει να ανοίξει τα φτερά του και να πετάξει παντού. “Γυαλίζει το μάτι του”, που λέμε στην Κύπρο, και όταν τον ρωτάμε πώς επέλεξε την επιστροφή στη φύση και όχι το “γκλάμουρ και την αίγλη” της καφετερίας και του μπαρ, η απάντησή του είναι αποστομωτική. Η “αίγλη και το γκλάμουρ” της καφετερίας και του μπαρ είναι ένα παραμύθι, που σου διαλύει τα όνειρα, αν θέλεις να δημιουργήσεις.
Η δημιουργία και η παραγωγή σού δίνει καθημερινά νέο κίνητρο και σου καθορίζει καινούργιους στόχους, φτάνει να αγαπάς αυτό που κάνεις, μας εξομολογείται ο Αγάπιος. «Σήμερα προσωπικά νιώθω ευλογημένος που βρίσκομαι σε αυτήν την πορεία και δεν σας κρύβω ότι νιώθω ερωτευμένος με τη φύση. Αν και στην αρχή οι φίλοι μου δεν πίστευαν ότι μπορώ να τα καταφέρω, σήμερα το αποτέλεσμά μας αποτελεί το καύσιμο για την επόμενη μέρα και σε καμία περίπτωση δεν μετανιώνω γι’ αυτήν τη μεγάλη στροφή στη ζωή μου. Θέλω να στείλω ένα μήνυμα στους νέους ότι ο πρωτογενής τομέας ποτέ δεν χάνει», καταλήγει.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ-ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ 38 χρονών, ιδιοκτήτρια ταβέρνας «Παγκράτιος» – Μηλιού
Η απόφαση πάρθηκε, όπως μας λέει, αφού η ίδια και ο σύζυγός της ο Νεόφυτος ήθελαν να δώσουν ζωή στο χωριό της καταγωγής τους. Το ανακαινισμένο σπίτι του παππού αποτέλεσε την αφορμή σε μια περίοδο που στο χωριό δεν υπήρχε ούτε μια ταβέρνα, ένα μπακάλικο ή έστω ένα καφενείο.
Είμαστε πολύ ευχαριστημένοι από την ανταπόκριση του κόσμου, αναφέρει, ενώ ερμηνεύει ως ένα θαύμα την επιτυχία της ταβέρνας σε ένα τόσο μικρό χωριό. Η δική μας επιτυχία είναι μια απόδειξη, σημειώνει, ότι όταν αφοσιωθείς σε κάτι με αγάπη, μεράκι και ζήλο μπορείς να πετύχεις όπου και αν βρίσκεσαι.
Οι δυσκολίες παρόλα αυτά είναι πολλές, αναφέρει η Κατερίνα. «Είναι πολύ δύσκολο για μια γυναίκα και ειδικά για μια μάνα με τέσσερα παιδιά να είναι και σύζυγος, και μητέρα και στην ταβέρνα να αφιερώνει τόσες πολλές ώρες. Ευτυχώς σε αυτήν την απόφαση είχαμε την καθολική στήριξη των οικογενειών μας και μπορέσαμε να τα καταφέρουμε», εξηγεί. «Σήμερα, αν και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους, δεν μπορούμε να μην κοιτάξουμε πίσω και να δούμε τις δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε. Την έλλειψη στήριξης ή καλύτερα τις δυσκολίες που παρουσιάζονται στον δρόμο σου από τις κρατικές υπηρεσίες ή ακόμη και από τον ίδιο τον θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης», σημειώνει.
«Οι προκλήσεις που σήμερα έχουμε να ξεπεράσουμε είναι να μπορέσουμε να προσελκύσουμε κόσμο. Δεν είναι εύκολη η επιβίωση, αν και δεν έχουμε παράπονο, αφού λόγω της εμπειρίας μας πλέον τα πάμε περίφημα. Δυστυχώς στηριζόμαστε σε μεγάλο βαθμό μόνο στα Σαββατοκύριακα και τις αργίες, αφού καθημερινές ο κόσμος δεν είναι εύκολο να έρθει στη Μηλιού, ειδικά την νύκτα και ειδικά με το συγκεκριμένο οδικό δίκτυο αλλά και τις καιρικές συνθήκες από το φθινόπωρο και μετά ειδικά αν βρέχει», εξηγεί.
Στην ερώτηση τη θα συμβούλευε μια νέα γυναίκα που σκέφτεται να ασχοληθεί με κάτι στην ύπαιθρο, η Κατερίνα είναι λιτή και ουσιαστική στις «υποδείξεις» της: «Να έχει υπομονή, αγάπη, δύναμη και ζήλο για εκείνο που θα αποφασίσει να κάνει. Σημαντικό είναι επίσης να αγαπάς τον τόπο σου και να κάνεις ό,τι επιθυμείς με την όρεξή σου και με διάθεση, όχι με το ζόρι».
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ 35 χρονών, Παραγωγός ελαιολάδου, χαρουπόμελου – Αμαργέτη
Η επιλογή της Αμαργέτης και όχι ενός αστικού κέντρου δεν θα μπορούσε να μην είναι η βασική μας επιλογή, αναφέρει. Πέραν της ομορφιάς και της γραφικότητας, σου δίνει πολλές ευκαιρίες να αξιοποιήσεις μέσω των αγροτουριστικών προγραμμάτων. «Για μας δεν υπήρξε ποτέ δίλημμα αν θα μείνουμε εδώ επαγγελματικά ή όχι, ήταν πάντα ξεκάθαρο. Συνειδητά το πράξαμε και συνειδητά ξεκινήσαμε να παράγουμε το δικό μας λάδι και χαρουπόμελο. Θέλουμε να δώσουμε στους καταναλωτές μια ποιοτική επιλογή με προϊόντα απευθείας από τη φύση στο τραπέζι της κυπριακής οικογένειας και χωρίς μεσάζοντες», σημειώνει.
Όταν τον ρωτήσαμε, τέλος, αν οι δυσκολίες τον έβαλαν ποτέ σε σκέψεις να τα εγκαταλείψει όλα και να επιστρέψει στην πόλη, καταλάβαμε από την απάντηση «ούτε να το συζητάς», ότι μάλλον ήταν αχρείαστο το ερώτημα.
ΣΑΒΒΑΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ 29 χρονών, Οινοποιός – Λετύμπου
Το Οινοποιείο Καρρόσης διαθέτει σήμερα τρία κρασιά, την «Οργή», ερυθρό ξηρό Merlot, την «Άνασσα», ροζέ ξηρό Shiraz και το «Άναξ», λευκό ξηρό ξινιστέρι. Το όραμα του Σάββα, όμως, δεν σταματάει εδώ. Στόχος είναι πάντα το καλύτερο. Άλλωστε σωστά λένε ότι εχθρός του καλού είναι το καλύτερο. Οραματίζομαι πως μια μέρα, μέσα από σκληρή δουλειά αλλά και την εξέλιξή μας, θα φτάσουμε σε σημείο να τοποθετούν τα κρασιά μας οι καταναλωτές στο τραπέζι τους όχι μόνο στην Κύπρο αλλά και στο εξωτερικό.
Ο Σάββας, ο οποίος είχε στήριξη από την οικογένειά του για να αντιμετωπίσει τις άμεσες ανάγκες και δυσκολίες της καθημερινότητας, βλέπει προοπτικές και δυνατότητες στον πρωτογενή τομέα, νοουμένου ότι θα γίνουν πολλά και να δοθούν κίνητρα και στήριξη στους νέους επιστήμονες. Μπορεί η προσέγγισή του να μην ακούγεται και τόσο αισιόδοξη, όμως, όπως ο ίδιος αναφέρει, θέλει να δει πράξεις και όχι ευχολόγια, αφού εκείνο που στο τέλος μετρά είναι η ουσία και όχι οι θεωρίες.
«Είναι μεγάλη χαρά και αποτελεί τεράστια ικανοποίηση όταν στο τέλος της ημέρας διαπιστώνεις ότι σε ένα διπλανό τραπέζι που κάθεσαι καταναλώνεται ένα κρασί σου. Όταν βλέπεις το προϊόν που παράγεις με κόπο και μόχθο να φθάνει στον τελικό του προορισμό νιώθεις ευχαρίστηση και ολοκλήρωση», αναφέρει. «Σίγουρα υπάρχουν δυσκολίες σε μια τέτοια απόφαση αλλά είναι σίγουρα προτιμότερο να σταθείς στα πόδια σου, να δυσκολευτείς στην αρχή, να δουλέψεις σκληρά παρά να είσαι καθηλωμένος και μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Καμία δυσκολία δεν μπορεί να σε περιορίσει αν στόχος σου είναι να δημιουργήσεις ένα καλύτερο αύριο για σένα και την οικογένειά σου», καταλήγει.
ΜΑΡΙΟΣ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ 42 ετών, επαγγελματίας ψαράς – Αγία Μαρίνα Χρυσοχούς
Όταν ανακοίνωσε την απόφαση στην οικογένειά του, πριν από οκτώ χρόνια, ότι θα γίνει επαγγελματίας ψαράς, συνάντησε αντιδράσεις. Κανείς στην οικογένεια δεν μπορούσε να δεχθεί ότι ο Μάριος, 35 τότε, θα κάνει στροφή προς τη θάλασσα και θα περιμένει από μια καλή ψαριά να ζήσει. Η αλμύρα και ο κίνδυνος της θάλασσας «έφαγαν» τόσους και τόσους νέους με αποτέλεσμα σήμερα να μην είναι πλέον η βασική ενασχόληση για κανέναν κάτω από τα 35, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις.
Η ζωή ενός ψαρά είναι αρκετά δύσκολη, μας λέει, και δεν μπορείς να μην νιώσεις 100% τι ακριβώς εννοεί. «Κατ’ αρχήν δεν μπορούμε να εργαστούμε όποτε θέλουμε, ούτε κάθε μέρα. Ακόμη και όταν εργάζεσαι, βρίσκεσαι σε μια βάρκα που πηγαίνει πάνω κάτω με τόσες δυσκολίες. Είσαι αντιμέτωπος με συνθήκες που δεν μπορείς να ξέρεις πάντα με σιγουριά. Η θάλασσα δεν είναι επικίνδυνη αν τη σέβεσαι και αν τηρείς μια σειρά από άγραφους νόμους», εξηγεί. «Ο άνθρωπος την κάνει επικίνδυνη αλλά και η έλλειψη σωστής εποπτείας και εφαρμογής των “πρέπει” που υπάρχουν. Δεν μπορεί κάποιος να πηγαίνει να ψαρεύει με μάσκα έξω από το λιμάνι και να περιμένει ότι είναι ασφαλής», μας λέει ως παράδειγμα, για να μας εξηγήσει τι ακριβώς εννοεί.
Σήμερα τα πράγματα είναι δύσκολα για να επιβιώσεις στο επάγγελμα. «Δεν είναι λίγες οι φορές που σκέφτηκα να τα παρατήσω και να αλλάξω επάγγελμα, όμως πάντα την τελευταία στιγμή κάτι γίνεται και μένεις στη δουλειά. Λίγο η αγάπη για τη θάλασσα, λίγο η ελπίδα, κάποτε ένα καλό μεροκάματο πάντα βρίσκεται ο τρόπος να αντιμετωπιστούν οι όποιες δυσκολίες, αν φυσικά είσαι άνθρωπος αισιόδοξος και με όρεξη», αναφέρει.
Τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ένας ψαράς είναι η καταστροφή των δικτύων από τα δελφίνια, τα τεχνικά και μηχανικά προβλήματα στη βάρκα αλλά και η έλλειψη στήριξης από το κράτος σε μια επαγγελματική ομάδα που σίγουρα αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες. Τα δελφίνια μπορεί σε 5 λεπτά να μας φάνε €1000 και το κράτος μάς δίνει οικονομική στήριξη €450 ετησίως. Φτάσαμε σε σημείο να προστατεύουν τα δελφίνια και να θυματοποιούν τον άνθρωπο. «Χαλάλι των δελφινιών, αλλά αποζημιώστε μας να μπορέσουμε και εμείς να ζήσουμε», τονίζει.
«Σήμερα 1-2 άτομα είμαστε επαγγελματίες στην ηλικία μου και κάτω. Όλοι οι άλλοι είναι υποαπασχολούμενοι σε διάφορες άλλες εργασίες και το κάνουν ως πάρεργο. Δεν είναι τυχαίο που το επάγγελμα χρόνο με τον χρόνο φθίνει. Για να βγάλεις μεροκάματο στις μέρες μας πρέπει να μπορείς να ψαρέψεις μαζικά. Τούνα, ξιφία και μετά γόπα, μαρίδα και καλαμάρι. Τα υπόλοιπα εξαφανίστηκαν». Για να ψαρέψει ο Μάριος έφτασε μέχρι 15 ναυτικά μίλια από την Τουρκία και ανοικτά των κατεχόμενων περιοχών. «Η άδειά μας είναι ανοικτής θάλασσας αλλά η δουλειά θέλει κόκκαλα για να την αντέξεις», καταλήγει.
*Aρχισυντάκτης PafosPress.com
** Το άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε στην έντυπη έκδοση της Κυριακάτικης Σημερινής ημερομηνίας 12 Νοεμβρίου 2017