Διάταγμα κράτησης οκτώ ημερών εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου εναντίον του 42χρονου Hussein Farouh, 42 ετών από τη Συρία σχετικά με την υπόθεση φόνου εκ προμελέτης της Ghada Al Nouri, 31 χρόνων, πολύτεκνης μητέρας επίσης από τη Συρία. Ο 42χρονος παρουσιάστηκε σήμερα υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου.
Ο εξεταστής της υπόθεσης Μιχάλης Νικολάου, Ανώτερος Υπαστυνόμος Β’ Υπεύθυνος του ΤΑΕ Πάφου, αιτήθηκε την οκταήμερη προσωποκράτηση του υπόπτου, ενώ στο αίτημα της Αστυνομίας δεν έφεραν ένσταση οι δικηγόροι του 42χρονου, Νίκος Ιωάννου και Κυριάκος Δημητρίου.
Ο δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου Χριστόδουλος Χριστοδούλου, που διέταξε την 8ήμερη προσωποκράτηση του 42χρονου, ανέφερε πως τυχόν απόλυσή του μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς το ανακριτικό έργο της Αστυνομίας, ενώ αναφέρθηκε και στη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου από ένα από τα παιδιά του θύματος το οποίο φέρεται να βρισκόταν στη σκηνή, την ώρα του εγκλήματος. Ο κ. Χριστοδούλου είπε πως η 31χρονη πολύτεκνη μητέρα εντοπίστηκε από δύο λειτουργούς του Γραφείου Ευημερίας αναίσθητη στο πάτωμα του σαλονιού της οικίας, όπου διέμενε φέροντας τραύμα στο στήθος από κουζινομάχαιρο.
Η σκηνή επιθεωρήθηκε από τους ιατροδικαστές Αγγελική Παπέτα, Νίκο Χαραλάμπους και Σοφοκλή Σοφοκλέους.
Αμέσως οι έρευνες επικεντρώθηκαν στον εν διαστάσει σύζυγο της 31χρονης, αφού εναντίον του εξετάζονταν υποθέσεις άσκησης βίας στην οικογένεια, απειλών και κλοπής από την κατοικία τους. Η νεκροτομή που διενεργήθηκε επί της σορού της από τους τρεις ιατροδικαστές κατέδειξε ότι ο θάνατος της 31χρονης προκλήθηκε από εσωτερική αιμορραγία συνεπεία τραύματος από νήσσον ή τέμνον όργανο.
Ο 42χρονος ανέφερε κατά τη διαδικασία πως δεν αισθάνονταν καλά σε κλειστό χώρο και ότι αντιμετώπιζε καρδιακά προβλήματα. Ως εκ τούτου ο Δικαστής διέταξε όπως του δοθεί καρέκλα και η διαδικασία συνεχίστηκε.
Σύμφωνα με τον εξεταστή της υπόθεσης, στις 09:55 της ημέρας του φονικού ο ύποπτος τηλεφώνησε στον αδερφό του και του ζήτησε να προσέχει τα παιδιά του γιατί θα φύγει μακριά. Ο αδερφός του, όπως αναφέρθηκε στο Δικαστήριο, τον ρώτησε, τι του συμβαίνει και ο ύποπτος του απάντησε να τον αφήσει μόνο του.
Περαιτέρω αναφέρθηκε ότι τα τρία παιδιά από τα πέντε που διέμεναν με το θύμα βρίσκονταν στο σπίτι την ώρα του φονικού ενώ στη συνέχεια ο 42χρονος τα μετέφερε στην κατοικία του αδερφού όπου βρίσκονται και τα άλλα παιδιά της οικογένειας, ηλικίας 11 και 12 ετών.
Ο εξεταστής της υπόθεσης ανέφερε ότι στις 21/1/2020 λήφθηκε οπτικογραφημένη κατάθεση από το παιδί, στην οποία ανέφερε μεταξύ άλλων, ότι ενώ κοιμόταν με την μητέρα του και τα άλλα αδέρφια του, ξύπνησε από δυνατές φωνές του πατέρα και της μητέρας του. Στη συνέχεια είδε, τον πατέρα του να μαχαιρώνει τη μητέρα του και μετά απ’ αυτό ο πατέρας τους , τους μετέφερε σε συγγενικό τους σπίτι. Περαιτέρω το παιδί θέλησε και σχεδίασε το όλο σκηνικό και στο σχέδιο περιέλαβε τον πατέρα του να μαχαιρώνει τη μητέρα του.
Ο κ. Νικολάου ανέφερε πως επιπλέον εξασφαλίστηκε μαρτυρία από πρόσωπο που συσχετίστηκε πρόσφατα με τον ύποπτο για περίοδο 2-3 συνεχόμενων μερών, ότι ενώ ο ύποπτος του εξηγούσε τα προβλήματα που αντιμετώπιζε με το θύμα, στην παρουσία ακόμη ενός προσώπου, φέρεται να τους ανέφερε επανειλημμένως τη φράση “εν να τη σφάξω”.
Ο ύποπτος εντοπίστηκε χθες το απόγευμα κατόπιν πληροφορίας σε κατοικία στη Λεμεσό και συνελήφθη δυνάμει του εντάλματος που εκκρεμούσε εναντίον του. Μεταφερόμενος στην Αστυνομία απήντησε πως “δεν είμαι εγώ που την σκότωσα”. Ακολούθως μεταφέρθηκε στο ΓΝ Λεμεσού όπου εξετάστηκε από τον ιατροδικαστή Δρ. Σ. Σοφοκλέους.
Στην συνέχεια μεταφέρθηκε και πάλι στην κατοικία όπου συνελήφθη και που βρίσκονταν υπό αστυνομική φρούρηση, όπου διενεργήθηκε έρευνα.
Ακολούθως παραλήφθηκαν διάφορα ενδύματα, καθώς και άλλα τεκμήρια τα οποία θα αποσταλούν για επιστημονικές εξετάσεις.
Διαπιστώθηκε επίσης ότι ο ύποπτος εξασφάλισε και χρησιμοποιούσε νέο τηλεφωνικό αριθμό οπότε θα υποβληθεί και νέο αίτημα αποκάλυψης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, αφού για τον αριθμό που κατείχε μέχρι τη μέρα διάπραξης του εγκλήματος έχει ήδη εξασφαλιστεί και επιδοθεί το σχετικό διάταγμα.
Στο Δικαστήριο αναφέρθηκε πως ένα από τα τεκμήρια που αναζήτησε και συνεχίζει να αναζητεί η Αστυνομία, είναι το κινητό τηλέφωνο του θύματος, το οποίο δεν βρέθηκε στη σκηνή του εγκλήματος και πιστεύεται ότι κλάπηκε από τον φερόμενο ως δράστη.
Στην κατοικία που εντοπίστηκε ο ύποπτος διαμένουν συνολικά 11 ομοεθνείς, και από τις καταθέσεις που λήφθηκαν , προέκυψε ότι ο ύποπτος μετέβηκε εκεί κατά το απόγευμα της 21/1/2020 και ζήτησε να τον φιλοξενήσουν μέχρι να βρει δουλειά και σπίτι να νοικιάσει. Όπως ανέφερε ο εξεταστής της υπόθεσης κανένας από τους ενοίκους δεν τον γνώριζε και τους συστήθηκε με ψεύτικο όνομα. Στις 23/1/20, κάποιος από τους ενοίκους αντιλήφθηκε ότι επρόκειτο για το δημοσιευμένο στα ΜΜΕ καταζητούμενο πρόσωπο και ενημέρωσε και τους υπόλοιπους συγκατοίκους του.Τότε εκεί στην κατοικία, τον πληροφόρησαν ότι τον αντιλήφθηκαν και ο 42χρονος τους φέρεται να τους ομολόγησε ότι σκότωσε τη σύζυγο του για θέματα τιμής, και τους ζήτησε να τον βοηθήσουν να μεταβεί στα κατεχόμενα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Παρά ταύτα οι συγκάτοικοι, φρόντισαν και ενημέρωσαν την Αστυνομία, μέλη της οποίας μετέβησαν εκεί και τον συνέλαβαν. Ο κ. Νικολάου είπε στο Δικαστήριο πως οι εξετάσεις βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο, αλλά για την ολοκλήρωση τους υπολείπεται, αρκετό ανακριτικό έργο. Από την ημέρα του εγκλήματος λήφθηκαν, όπως είπε, 22 γραπτές καταθέσεις, διενεργήθηκαν έξι έρευνες σε κατοικίες, συμπεριλαμβανομένης και της σκηνής του εγκλήματος, υποστατικά και άλλα.
Η 31χρονη ήταν μητέρα επτά παιδιών εκ των οποίων τα δύο, ηλικίας 16 και 17 ετών, διαμένουν στη Συρία, ενώ τα πέντε ηλικίας 3,4,7,11 και 12 χρόνων διέμεναν μαζί της.